- πέμπτος
- πέμπτος1 fifth
πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο N. 6.58
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
πέμπτον ἐπὶ εἴκοσι τοῦτο γαρύων εὖχος ἀγώνων ἄπο N. 6.58
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
πεμπτός — sent masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πέμπτος — fifth masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πέμπτος — η, ο / πέμπτος και κρητ. τ. πέντος και αρκαδικός τ. πέμποτος, ον, ΝΜΑ (ως τακτικό αριθμτ.) 1. αυτός που σε μια σειρά ή τάξη φέρει τον αριθμό πέντε, που βρίσκεται μετά τον τέταρτο και πριν από τον έκτο 2. το θηλ. ως ουσ. η Πέμπτη η πέμπτη ημέρα… … Dictionary of Greek
πεμπτός — ή, ό / πεμπτός, ή, όν, ΝΑ [πέμπω] σταλμένος, απεσταλμένος («ἀπὸ τών τετρακοσίων πεμπτοὶ πρέσβεις», Θουκ.) … Dictionary of Greek
πέμπτος — η, ο αυτός που έρχεται στη σειρά μετά τον τέταρτο: Πέμπτος όροφος, πέμπτη τάξη … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
πέμπτα — πέμπτος fifth neut nom/voc/acc pl πέμπτᾱ , πέμπτος fifth fem nom/voc/acc dual πέμπτᾱ , πέμπτος fifth fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεμπτόν — πεμπτός sent masc acc sg πεμπτός sent neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πέμπται — πέμπτος fifth fem nom/voc pl πέμπτᾱͅ , πέμπτος fifth fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πέμπτον — πέμπτος fifth masc acc sg πέμπτος fifth neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πέμπτων — πέμπτος fifth fem gen pl πέμπτος fifth masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πεμπτούς — πεμπτός sent masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)